εὐδαιμονίῃ

εὐδαιμονίῃ
εὐδαιμονία
prosperity
fem dat sg (epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • εὐδαιμονίη — εὐδαιμονία prosperity fem nom/voc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • NAXOS — I. NAXOS Plin. l. 3. c. 8. Thucyd. Schisso Fazello, urbs Siciliae excisa, in ora, apud Taurominium urbem a Dionysio maiore everfa, a Chalcidensibus A. M. 4450. condita, Euseb. Eius locô Taurominum a Timoleonte exstructum, Plut. apud Lloydium, ubi …   Hofmann J. Lexicon universale

  • εξαλείφω — (AM ἐξαλείφω) [αλείφω] 1. αφαιρώ κάτι (κηλίδα, σήμα κ.λπ.) από μια επιφάνεια με τρίψιμο, σβήνω («εξάλειψε τις κηλίδες με μπογιά») 2. (για πράξη, κατάσταση, συναίσθημα) σβήνω, βγάζω από τον νου, τη σκέψη μου («πάσας τὰς ἐλπίδας ἐξαλείψαντες,… …   Dictionary of Greek

  • ευδαιμονία — η (ΑΜ εὐδαιμονία, Α και ιων. τ. εὐδαιμονίη) [ευδαίμων] 1. καλή τύχη, ευτυχία 2. υλική ευημερία, ευμάρεια …   Dictionary of Greek

  • μηδέν — Μαθηματικός όρος που χρησιμοποιείται στην αριθμητική. Δηλώνει το ουδέτερο στοιχείο της πρόσθεσης και συμβολίζεται με το σύμβολο 0 (ισχύει, δηλαδή, α + 0 = α για οποιονδήποτε αριθμό της αριθμητικής α). Γενικότερα στην άλγεβρα, αν ένα σύνολο είναι… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”